Αρχείο για Σεπτεμβρίου, 2009

Ανοιχτή Επιστολή πρός την Ιερά Μητρόπολη Πατρών

Posted in Δικό μου on 28 Σεπτεμβρίου, 2009 by εξαδάκτυλος

Προς τον διαχειρηστή / διαχειρήστρια του email της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών,

Διάβασα πρόσφατα γιά την μετονομασία του Γενικού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών, σε Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών «Παναγία η Βοήθεια». Καθ’ ότι εγώ δεν είμαι θρησκευόμενος, δεν θεωρώ πως το όνομα είναι αυτό που παίζει κάποιο ρόλο στο κατά πόσο οι άρρωστοι του νοσοκομείου θα γίνουν καλά ή όχι. Προφανώς, γιά κάποιους είναι αρκετά σημαντικό το να προσπαθήσουν γιά την μετονομασία του νοσοκομείου, και γιά τον υπουργό Υγείας εξ’ ίσου σημαντικό ώστε να το φέρει στην Βουλή και να το ψηφίσει. Δεν στέκομαι στο γεγονός πως ενώ η χώρα που ζούμε ταλανίζεται από σημαντικά προβλήματα, ο υπουργός Υγείας ασχολείται με ένα όνομα αντί να ασχολείται – γιά παράδειγμα – με τα υπέρογκα χρέη των νοσοκομείων που σύντομα θα τα οδηγήσουν σε πτώχευση, αφήνοντας τους άρρωστους στο έλεος της μοίρας του. Θα σταθώ όμως στο γεγονός πως θα περίμενα από την επίσημη Ελληνική Εκκλησία να πάρει θέση σε αυτά τα σημαντικά προβλήματα.

Επειδή δεν είδα ούτε ένα συσσίτιο στο λιμάνι της Πάτρας και στους καταυλισμούς των μεταναστών οργανωμένο από την επίσημη Ελληνική Εκκλησία θα ήθελα εδώ να κάνω κάποιες ερώτησεις και θα σας παρακαλούσα να με διαφωτίσετε : Έχετε πεινάσει ποτέ; Έχετε δεί τα παιδιά σας να πεινάνε; Και αν ναι, εσεις δεν θα οδηγούσαστε στο να κλέψετε, να αρπάξετε, να φάτε; Όλους αυτούς τους «Άθλιους» των Πατρών τους συνδράματε με κάποιο τρόπο; Μία σούπα γιά τους φτωχούς, λίγο γάλα γιά τα παιδιά δώσατε; Η «Παναγία η Βοήθεια» ασχολήθηκε να βοηθήσει τους συνανθρώπους μας πρίν γίνει η επιχείρηση-σκούπα; Και όταν έγινε, βοήθησε να μην τους δείρουν, να μην κάψουν τον καταυλισμό τους, να μην τους φερθούν αντιχριστιανικά; Και όσοι κατέληξαν στις φυλακές, βοήθησε να τους πάει ρούχα, τσιγάρα, ένα χαρτζηλήκι, έστω κάτι να διαβάσουν; Τέλος, και άν δεν έγινε τίποτα από τα προηγούμενα που αναφέρω, σε ποιά εκκλησία, από ποιόν άμβωνα, ποιοί ιερείς μίλησαν στους πιστούς προτρέποντας τους να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Χριστού, να βοηθήσουν, να συνδράμουν, να σκουπίσουν δάκρυα, να προσφέρουν ελεημοσύνη; Η «Παναγία η Βοήθεια» νοιάζεται γιά το καλό της όνομα φαρδύ-πλατύ πάνω στο νοσοκομείο και τίποτα άλλο;

Το νοσοκομείο το ονομάσατε όπως επιθυμούσατε – τα χρέη του θα βοηθήσετε ίσως να περιοριστούν; Ή και αυτό είναι έργο της επίσημης Πολιτείας και η Εκκλησία κάνει το φιλανθρωπικό της έργο «εν κρυπτώ»;

Και τελικά, αιδώς υπάρχει;

Βοήθεια μας…

Posted in Δικό μου on 27 Σεπτεμβρίου, 2009 by εξαδάκτυλος

ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΟΗΘΑ

Το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών μετονομάστηκε  σε «Παναγία η Βοήθεια». (1)

Η πρόταση μου : να μετονομαστεί και το Πανεπιστήμιο Αθηνών σε «Κρυφό Σχολειό Αθηνών, Γρηγόριος ο Ε, Μέγας Αφοριστής των Μαθηματικών»

Αλλά στην χώρα που ο Υπουργός και το Υπουργείο είναι τόσο Παιδείας όσο ΚΑΙ Θρησκευμάτων, εκεί που τα νοσοκομεία μπορεί να έχουν τέραστιο χρέος και να αδυνατούν να προσφέρουν (2,3) αλλά η Εκκλησία περί άλλων τυρβάζει αγοροπωλώντας αγροτεμάχια, στην ίδια περιοχή που κάνουν επιχειρήσεις-σκούπες γιά τους μετανάστες αλλά οι αντιπρόσωποι του Θεού επί της γής δεν ξέρουν να προσφέρουν ούτε ένα πιάτο σούπα στους εξαθλιωμένους συνανθρώπους, δικαιούμαι κι εγώ – πιστεύω – να ζητώ από τον κώλο της μυλωνούς ορθογραφία – όπως έλεγε ο παππούλης μου.

………………………………………………………..

Το άτι σου ακόμη μας πατά Μπραήμη

Κωστής Παλαμάς

Σήμερα (Πάντα)

Posted in Λογοτεχνία και Ποίηση on 27 Σεπτεμβρίου, 2009 by εξαδάκτυλος

Ας φρόντιζαν

Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.

Αλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Αριστοτέλη, Πλάτωνα·
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ό,τι κι αν πεις).
Από στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Αλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι·
κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
του Κακεργέτη βλέψεις, και παληανθρωπιές, και τα λοιπά.

Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.

Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Αυτή είν’ η πρόθεσίς μου.
Αν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους –
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.

Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.

Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.

Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.

Αλλά, κατεστραμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ.
Ας φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Τότε, σαν να λέμε τώρα.

Posted in Λογοτεχνία και Ποίηση on 17 Σεπτεμβρίου, 2009 by εξαδάκτυλος

 

Αρχηγοί

Τοῦ Διογένη πιάσετε ἀμέσως τὸ φανάρι,
κι᾿ ἐλᾶτε νὰ γυρέψουμε κανέναν ἀρχηγό·
ἀλλὰ καθένας μας, θαρρῶ, εἶν᾿ ἄξιος νὰ πάρῃ
τὴν ἀρχηγίαν κόμματος, ἀκόμη δὰ κι᾿ ἐγώ.
Γιὰ τὰ πρωτεῖα ξεψυχᾷ κάθε Ρῳμιὸς λεβέντης,
μόνον αὐτὸς πρωθυπουργός, μόνον αὐτὸς ἀφέντης.

Τί ἀρχηγῶν κατακλυσμός! … κι᾿ οἱ ἕλληνες ἐκεῖνοι,
ποὺ τὸν καφφέ των βερεσὲ εἰς τὰ Χαυτεῖα πίνουν,
ἂν ἀρχηγίαν ἔξαφνα κανένας τοὺς προτείνῃ,
δὲν θὰ διστάσουν βέβαια καὶ Ἀρχηγοὶ νὰ γίνουν.
Κι᾿ αὐτὸς ὁ ἕσχατος Ρωμηὸς γιὰ ὅλα κάτι ξέρει,
ἕλληνος τράχηλος ποτὲ ζυγὸν δὲν ὑποφέρει.

Ἰδοὺ νταῆς φουστανελλᾶς μὲ φέσι καὶ σελάχι!
ποιὸς ξέρει ἂν Πρωθυπουργὸς δὲν γίνῃ καμμιὰ ᾿μέρα;
ποιὸς ξέρει πόσα σχέδια καὶ ἀπαιτήσεις θἄχη,
καὶ ἂν τὴν διπλωματικὴ δὲν συνταράξῃ σφαῖρα;
Ὤ! ναί! ποτὲ τὸν ἕλληνα μὴ θεωρῆτε πτῶμα…
᾿ς ὅλους θὰ ἔλθη ἡ σειρὰ νὰ κυβερνήσουν κόμμα.

Μᾶς λείπει ἕνας ἀρχηγός;… πενῆντα ξεφυτρόνουν,
τὸ ἕνα κόμμα χάνεται;… θὰ ἔβγουν ἄλλα δέκα·
ὅλοι γιὰ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχηγοῦ μαλλόνουν,
κι᾿ ἴσως ἀργότερα μᾶς βγῇ ᾿ς τὴ μέση καὶ γυναῖκα.
Ἀλλὰ κι᾿ ἐγὼ ὁ ἀφανὴς τῶν Ἀθηνῶν πολίτης
ἐλπίζω πὼς καμμιὰ φορὰ θὰ γίνω Κυβερνήτης.

Ἐμπρός! μὲ πόζα ἀρχηγοῦ καθένας ἂς προβάλλη,
ἀπ᾿ ὅλους ἂς κυβερνηθῆ ἡ προσφιλὴς Ἑλλάς·
ἂς γίνῃ ὁ Ἡμέτερος, ἂς γίνουν ὅμως κι᾿ ἄλλοι,
ἂς γίνῃ κι ὁ Κατσικαπῆς κι᾿ αὐτὸς ὁ Μπουλελᾶς.
Ἂς πλημμυρίσῃ μ᾿ ἀρχηγοὺς τὸ ἔθνος πέρα πέρα,
ἂς μᾶς σηκώσῃ ἔξαφνα καὶ ἡ Ροζοῦ παντιέρα.

Μονάχα ἕνας βασιλεὺς μὴ μένη ᾿ς τὸ Παλάτι,
πενῆντα δυὸ τουλάχιστον ἂς ἦνε βασιλεῖς,
ὅλοι ἂς ἔβγουν κύριοι ᾿ς τῶν ἄλλων τὸ γεινάτι,
κι᾿ ὀγδόντα πέντε Πρόεδροι ἂς γίνουν τῆς Βουλῆς.
Ὅλοι τρανοὶ πολιτικοί, κανένας ἰδιώτης,
ὅλοι ποζάτοι στρατηγοί, κανένας στρατιώτης.

Γεώργιος Σουρής

(το πήρα από εδώ)

Ιστορική αναδρομή

Posted in Δικό μου on 16 Σεπτεμβρίου, 2009 by εξαδάκτυλος

Είμουν κι εγώ κάποτε παιδάκι. Από μία οικογένεια που μου άνοιξε τα μάτια, χωρίς να με σπρώξει ωστόσο σε κόμματα και κινήματα. Όχι πως οι δικοί μου ήταν σε κάποιο κίνημα ή κόμμα, αλλά ο ένας παππούς τράβηξε τα πάνδεινα γιατί μίλησε στον κομμουνιστή πρώην γείτονα σε κάποιο μακρινό λιμάνι και ο άλλος παππούς δημοκράτης μεν, αλλά έβγαζε το σκασμό γιατί είχε τέσσερα στόματα και το δικό του να θρέψει και ήταν δημόσιος υπάλληλος.  Ο ένας γονιός  θυμόταν πάντα τον γαζωμένο τοίχο με την προτροπή «ΕΛΑΣιτες Ενωθείτε» γραμμένη πάνω του από τότε που ήταν μικρό παιδάκι και ο άλλος πάντα μιλούσε με αγάπη γιά τον παππού που του πήραν το φυλλάδιο και σκάλιζε χωράφια γιά να τους ταΐσει και θυμόταν με τρόμο το γειτονόπουλο που το εκτέλεσε η αστυνομία στον Εμφύλιο.  Και το σπίτι μας γεμάτο βιβλία.  Γεμάτο όμως.  Δικά μας, αγορασμένα, σωσμένα από την λογοκρισία της Χούντας, που απαγόρευσε βιβλία και κάποιος συγγενής πήγε να τα πετάξει κρυφά αλλά τα μαζέψαμε,  μέχρι κλεμμένα κόμικς από το περίπτερο της γωνίας που εγώ βούταγα σαν παιδάκι.  Βιβλία, βιβλία, βιβλία…
Είμουν κι εγώ κάποτε παιδάκι – αν όχι στην ηλικία, τουλάχιστον στο μυαλό. Στα δεκαεφτά μου έκανα το πρώτο μου μανιφέστο γιά το πως θα άλλαζε ο κόσμος μέσω της μελλοντικής κυβέρνησης μου. Και ήμουν περήφανος που το κόμμα μου είχε στο πρόγραμμα του την «κατάργηση της πορνείας». Προσοχή! Όχι «απαγόρευση», αλλά «κατάργηση». Και αυτό «μέσω της κατάργησης των συνθηκών που την επιτρέπουν και την διαιωνίζουν». Σύμφωνει φίλε μου, αλλά με τους μαστροπούς τι θα κάνουμε; Με τους εμπόρους των ναρκωτικών; Τους κάθε λογής «κακούς»;  Μα θέλει και ρώτημα;  «Εκτέλεση», πρότεινε το κόμμα του δεκαεφτάχρονου σωτήρα. Όλων. Των φονιάδων του Πολυτεχνείου, των βασανιστών της Χούντας, των βασανιστών της Μακρονήσου… μέχρι που βρέθηκε όντως κάποιος βασανισμένος της Μακρονήσου, να μου πεί πως αυτούς τους συγχωρέσε ο ίδιος, και δεν ζητά από εμένα να πάρω το αίμα του πίσω, ποτέ. Και βραχυκύκλωσα γιά μια ακόμα φορά. Και ξανάρχισα το διάβασμα, μπας και βγάλω άκρη.
Είμουν και εγώ κάποτε παιδάκι – και η αδικία με έπνιγε.  Και ο φόνος του Καλτεζά, και η κατάληψη του Χημείου, και το ξύλο κάθε Πολυτεχνείου με προ(σ)καλούσαν να βγώ από το σπίτι και να βρεθώ στους δρόμους, και να σπάσω και να κάψω και να φωνάξω και να πολεμήσω. Και να απαιτήσω τον καλύτερο κόσμο που δεν θα έρθει αν δεν ματώσουμε, αν δεν χτυπηθούμε, αν δεν πεθάνουν κάποιοι από εμάς – αν και εγώ θα την γλυτώσω, γιατί εμένα δεν θα με πιάσουν. Δεν απορώ που οι δικοί μου μόνο που δεν με κλείδωσαν μέσα και ο πατέρας μου έγινε ένας φασίστας που δεν με άκουγε πιά όταν μίλαγα. Έπρεπε να μεγαλώσω γιά να καταλάβω πως γιά τον εαυτό σου δεν φοβάσαι – γιά την γυναίκα σου και το παιδί σου τρέμεις όμως. Άλλωστε ήμουνα παιδάκι, και τί να μου πούν οι μεγάλοι;

Και δεν με πιάσανε. Και δεν με βρήκανε ότι και να είπα ή να έκανα. Σε όσες πορείες και να πήγα, σε όσες συνελεύσεις και να παραβρέθηκα, όσες φορές και να πήγα σε περίεργες γειτονιές, όσο και αν έβγαζα πύρινους λόγους στους φίλους, όσο και να πέταξα πέτρες, με όποιους και να έκανα παρέα, με όσα «περίεργα» βιβλία από «σταμπαρισμένα» βιβλιοπωλεία και ν’ αγόρασα, δεν με πιάσανε.

Και δεν είμαι πιά παιδάκι.

Και πρέπει να μιλήσω και να πολεμήσω και να φωνάξω κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. Γιατί το δικό μου παιδάκι πρέπει να μάθει. Γιατί όταν θα έρθει η ώρα του να βγεί στον δρόμο, κάποιος πρέπει να είναι μαζί του και δίπλα του και μπροστά του όταν θα πέφτουν οι ξυλιές και οι σφαίρες. Και αυτός ο κάποιος, ελπίζει να μην βρεί το παιδάκι του και την γυναίκα του το κακό – όπως ακριβώς έλπιζε και ο πατέρας μου – αλλά μιά και δεν ασχολήθηκε τόσο ώστε το κακό να είναι σήμερα ξεδοντιασμένο και η μάχη πιό εύκολη, δεν τον παίρνει να παραδώσει την όποια σκυτάλη και να κάτσει σε τίποτα δάφνες που τελικά δεν κέρδισε.

Γιατί σε κανένα από τα βιβλία που διάβασα δεν έλεγε κάτι τέτοιο…